jump to navigation

Ξανακίνησε πάλι έγγυος η κυρά Χρίσταινα 11 Απριλίου, 2007

Posted by σεφ-γκρέκο in Art.
Tags: , ,
trackback

Ξανακίνησε πάλι έγγυος η κυρά Χρίσταινα και όλα είχαν αλλάξει. Όλοι πιστεύανε αλλά και η ίδια ότι θα έκανε παιδί σερνικό. Μέχρι που έραβε ζιπούνια γι’ αγόρι… Και πράγματι, στις 15 Δεκέμβρη το βράδυ στα 1929 το παιδί γεννήθηκε σερνικό.

Πρώτη – πρώτη η κουνιάδα της κυρά Χρίσταινας, η κουτσή, που τότε διάβαινε τα 51 της χρόνια, έτρεξε κουτσαρίζοντας, έδιακε στα Σταθέικα κι από την ξώπορτα φώναξε: “Τα σχαρίκια μου, σερνικό, σερνικό…” Της δώσανε, ακούς, οι Σταθέοι σχαρίκα πολλά, κι όσα τουφέκια κι όσα φυσίγγια είχανε όλα τα ρίξανε. Πήρανε κόσκο οι Στουμπέοι από τη κάτω χώρα, από πανωκέφαλα ο πατέρας του νεογέννητου κι αναστατώθηκε το χωριό κι η χειμωνιάτικη νύχτα. Αυτή η διαφορά υπήρχε τότε ανάμεσα στα παιδιά που γεννιούντανε. Τα καημένα τα θηλυκά δε προφθάνανε να νοήσουνε και βάζαν αμέσως τη θέση τους πίσω από μεγαλύτερους κι απ’ όλους τους σερνικούς.

Κείνονε το χρόνο τη κυρά Χρίσταινα ούτε τη σείσανε από το σπίτι. Το νιάνιαρο που τους έκανε έπρεπε να το καλοαναστήσει. Ταχιά θα ήτανε ο στύλος, ο προστάτης για τις τρείς αδελφές του, αφού κι ο πατέρας τους ήτανε ζαμπουνιάρης.

Έτσι, λοιπόν, αρπάξανε τις δουλειές όλες τ’ αδέλφια, οι γονείς κι η αδελφή της κυρά Χρίσταινας. Από την άλλη μεριά η κουνιάδα της, η πεθερά της, ο άντρας της. Κι εκείνη ανάσταινε τα παιδιά της. Φορές – φορές τα κοίμιζε αραδαριά στο στρωσίδι στο πατωμα κι έβγαινε για καμπόση ώρα στη ρούγα, που ρούγιευαν οι Κουμουστιώτισες, άλλες γνέθοντας, άλλες ξένοντας μαλλιά και άλλες πλέκοντας με βελόνια φανέλες και μπελερίνες για το χειμώνα.

Εκεί μαθαίνανε τα νέα από τη Γιώργαινα τη μυλωνού, γιατί στο μύλο και προπαντός στη νεροτριβή πηγαίνανε απ’ όλα τα γύρω χωριά άνθρωποι, ακόμα κι από τη Καρδαμύλη. Τα παιδιά από δίπλα τους ανταρευούντανε, παίζανε το κρυφτούλι και κάπου κάπου πήγαινε και κανένα κλαίγοντας πως κάποιο άλλο το έσπρωξε, το βάρεσε. Το καλοπιάνανε κι η ρούγα κράταγε ώσπου άνοιγε το σχολειό.

Κείνο το βράδυ το στερνοπαίδι της μυλωνούς, που θα πρωτοπήγαινε στο σχολείο, αμ’ άνοιγε, πήγε στις γυναίκες κλαίγοντας. Φορτώθηκε τη μάνα του, σώνει και καλά, να του δώσει βυζί. Η μυλωνού μέχρι τότε το βύζαινε κρυφά, αλλ’ αφού θα πήγαινε στο σχολείο, τ’ απόκοψε. Ο μικρός όμως βρήκε την ώρα και την εξέθεσε μπροστά στις γυναίκες.
– Θέλω βυζί μου, της έλεγε, θέλω το βυζί μου…
– Λό, τονε βυζαίνεις ακόμα; της είπε κάποια.
– Λό, ‘φτούνος θέλει παντρειάα!! της είπε άλλη.
– Τί να κάμω; είπε η μυλωνού νευριασμένη κι ανασκούμπωσε τον ανήφορο τη τραχηλιά της, κι όντας ο μικρός βυθίστηκε μέσα στα στήθια της, ρούσωγνε το στερνόγαλο με ικανοποίηση που ακουγότανε σ’ όλη τη ρούγα. Οι Κουμουστιώτισσες είχανε ξεραθεί στα γέλια.

– Τί να κάμω; δευτέρωσε η μυλωνού. Ο γερο μπίρμπατος π’ έχω πάρει, μ’ αφήνει να σταθώ σε χλωρό κλαδί; Να ήτανε κανεμ’ γερός; Σακάτης είναι, κουτσός, το ξέρουτε. Και τρέχα γυναίκα να σπείρεις, να θερίσεις, ν’ αλωνήσεις, ν’ αλέσεις στο μύλο, να νεροτριβιάσεις… Ακόμα και στο βουνό να πηγαίνω και να του φέρνω δόγες και ούλο γκαστρωμένη και βυζαινούμενη επτά φορές. Γι’ άλλο πια δεν αντέχω κι ο Θεός ας με συγχωρέσει!

Σταμάτησε για καμπόσο κι απέ συνέχισε:
– Τονε βυζαίνω για να μη δέσει άλλο παιδί μέσα μου.
– Ώστε λοιπόν, είπε κάποια νιόπαντρη, άμα βυζαίνεται η γυναίκα δε ξανακάνει παιδιά;
– Με τα δικά μου βάσανα, είπε η μυλωνού, πώς να πιαστεί το παιδί; Αν ήτανε, θε νά ‘χενε πιαστεί.

Σ’ αυτό συμφωνήσανε όλες, ότι δηλαδή άμα η γυναίκα βυζαίνεται και δουλεύει σκληρά, ποτέ δε ξαναγκαστρώνεται.

Ετούτα άμα άκουσε η κυρα Χρίσταινα, καληνύχτισε τις γυναίκες κι έφυγε. Ώσπου να φτάσει στο σπίτι της έκανε το σταυρό της κι έλεγε μέσα της το “πιστεύω”, γιατί μια κρυφή χαρά έλαβε απ’ όσα άκουσε. Κι ο δικός της άνδρας γερός δεν ήτανε. Αν μπόριε κι εκείνη να κρατήσει τη φαμελιά εκεί που ήτανε, και τι καλό στο κόσμο… Η μυλωνού είχενε πέντε σερνικά και δύο θηλυκά. Ταχιά θα της δίνανε τα σερνικά βοήθεια. Όμως τα θηλυκά θέλανε εκτός από μετρητά το λιγότερο εισοσι πέντε χοντρόσκουτα η κάθε μια, χώρια τα ψιλικά. Κι όλα εκείνα θα τα έβγαζε ο αργαλειός. Αφού λοιπόν είχε δουλειά για τη μισή νύχτα στον αργαλειό, την ημέρα θα δούλευε στα χωράφια. Δύναμη είχενε, ρούφημα με το κασμά θα τα πήγαινε. Δενδρικά θα φύτευε αβέρτα, κι αν πετύχαινε ότι πετυχε η μυλωνού…

Με κείνες τις σκέψεις είχενε φτασει στο σπίτι της. Τα παιδιά κοιμούντανε στη στρωματσάδα, όλα ξερά. Εκείνη έδιακε στο ‘κόνισμα, έριξε δυο σπυριά λιβάνι στο λιβανιστήρι, το άναψε, έφερε γύρα το σπίτι, το πύθωσε κάτω από τις εικόνες, έκαμε το σταυρό της και έπεσε δίπλα από το μικρό παιδί. Το γύρισε στο πλευρό του, πέρασε το βυζί της μια δυο φορές στο στόμα του, κι όταν εκείνο τ’ άρπαξε και πότε πότε βύζαινε, πότε πότε σταμάταγε, το χάιδεψε και του είπε:
– Η μυλωνού βυζαίνει το στερνοπαίδι της ώσπου να πάει στο σχολειό, εγώ εσένα θα σε βυζαίνω ώσπου να το τελειώσεις…

Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο του (μπαρμπα) Παναγιώτη Στούμπου από τη Κουμουστά της Λακωνίας. Έχει φύγει κάμποσα χρόνια από κοντά μας, αλλά σήμερα έγινε η επίσημη παρουσίαση του βιβλίου του.

Δεν θα πώ τίποτε άλλο σήμερα· είμαι αρκετά φορτισμένος και κουρασμένος για να γράψω. Απολαύστε το παραπάνω και τα υπόλοιπα από αύριο.

Σχόλια»

1. aa-duck - 12 Απριλίου, 2007

Ανάγλυφος. Και διάφανος, Δεν γνωρίζω -δυστυχώς- ούτε τα μέρη σας ούτε την ντοπιολαλιά σας ούτε είμαι εξοικιωμένη με αυτή την εποχή, αλλά, ρε παιδί μου, μοσχοβόλησε Ελλάδα (και μάνα και σκληρή δουλειά στο συγκεκριμένο σημείο). Και κάτι σε μυρωδιά από θυμάρι μου έρχεται, αλλά πάλι μάλλον αυθαιρετώ.
Καλημέρα

Μου αρέσει!

2. Σεφ - 12 Απριλίου, 2007

@aa-duck:
Καλημέρα κι από μένα.

Τη ντοπιολαλιά (όμορφη λέξη!) του Ταϋγέτου δεν τη γνωρίζω ούτε εγώ -καταγωγή από τη Κρήτη, γέννημα θρέμμα Αθηναίος. Από τη παρέα μου με το μπάρμπα Παναγιώτη (δευτεροθειός της …Σέφ-αινας -μη δίνω πολλά ονόματα στη δημοσιότητα) έμαθα κάποιες· άλλες μου τις εξήγησε ο ίδιος, άλλες από τα συμφραζόμενα των γραπτών του.

Στις μυρωδιές, κι εγώ αυθαίρετος θα ήμουνα -ναι μεν έχω πάει πολλές φορές στη Κουμουστά, αλλά το χωριό (που βρήκα πριν 18 χρόνια και ακόμα περισσότερο σήμερα) δεν είναι αυτό που έζησε ο μπάρμπα Παναγιώτης.

Στους ήχους ίσως να είμαι πιο σωστός: κότσυφες κι αηδόνια, νερά, αέρηδες σε πλατάνια και καρυδιές, κλέφτικα τραγούδια, κάποιο τρίχορδο μπουζούκι ή βιολί, δυο-τρία σουραύλια ανακατεμένα άναρχα, όλα μαζί, με γιδοπρόβατα και αντίλαλους (αφαιρετικά θα κατέληγα στον παλιό, καλό, ποιμενικό σκοπό του σήματος της ΕΡΤ -με τη φλογέρα και τις κουδούνες από τις προβατίνες).

Μου αρέσει!

3. aa-duck - 12 Απριλίου, 2007

χαχαχαχα τσοπανάκος ήμουνα προβατάκια φύλαγα;;; Μου λείπει αυτό το σήμα γαμωτοοο, μη με στέλνεις στο γιουτιουμπ να ψαααχνωωω. Φιλιά σε σένα και στη Σέφ-αινα που μάλλον θα είναι ιδιαίτερα περήφανη αυτές τις μέρες 😉

Μου αρέσει!

4. akamas - 12 Απριλίου, 2007

Σεφ από ποιό μέρος της Κρήτης είναι η καταγωγή αου; Καταπληκτικό το κείμενο.

Μου αρέσει!

5. Σεφ - 12 Απριλίου, 2007

@aa-duck:
Περισσότερο χαρούμενη είναι -είχε επιμεληθεί (ορθογραφικά και συντακτικά, με πολύ σεβασμό στο τρόπο ομιλίας του) τα πρώτα κείμενα του μπαρμπα Παναγιώτη, ενώ ακόμα ζούσε (τα υπόλοιπα θα τα πω σε μελλοντικό ποστ – άι πρόμις!)

@akamas:
Από Ελούντα (12 χλπ. νότια απ’ τον Αϊ Νικόλα). Πολύ ωραίο μέρος μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’80 (αν και βαθμιαία είχε αρχίσει να υποβαθμίζεται ήδη από την εποχή της χούντας). Μετά το ’85 άρχισε η κατακόρυφη πτώση: άναρχη τουριστική ανάπτυξη, έλλειψη σχεδιασμού, καταστροφή του περιβάλλοντος (αποφάσισαν να φτιάξουν αμμουδιές !!!), έλλειψη σεβασμού για τα μνημεία (υποβαθμίσαν έως καταστρέψαν την μισοβυθισμένη αρχαία Ολούντα, τσιμεντόστρωσαν και αργότερα ασφαλτόστρωσαν και αργότερα… άσε μη τα θυμάμαι…) 😦

Μου αρέσει!

6. Σεφ - 12 Απριλίου, 2007

@akamas:
το κείμενο ΔΕΝ είναι Κρητικό αλλά παρα-Ταϋγέτιο…

Μου αρέσει!

7. akamas - 12 Απριλίου, 2007

Το βιβλίο έχει κυκλοφορήσει ή όχι ακόμη; Που μπορούμε να το βρούμε;

Μου αρέσει!

8. Σεφ - 12 Απριλίου, 2007

Το βιβλίο έχει κυκλοφορήσει στη τοπική κοινωνία του Δήμου Φάριδος και διατίθεται από το «περιοδικάδικο» του Ξηροκαμπίου (χωριό-πρωτεύουσα του Δήμου) και από τα παιδιά του μπαρμπα Παναγιώτη (Χρήστο και Τζίμη) -δεν νομίζω τα παιδιά να έχουν φροντίσει να διαθέσουν το βιβλίο παραέξω.

Σε κάθε περίπτωση θα ρωτήσω με ποιο τρόπο θα μπορούσε να φτάσει στα χέρια σου, τιμή κλπ. και θα συμπεριλάβω τις πληροφορίες σε ποστ που λογικά θα «ανεβάσω» μέχρι τη Κυριακή.

Μου αρέσει!


Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Αρέσει σε %d bloggers: